Το Λεξικό του Λόγιου Επιπέδου της Νέας Ελληνικής
ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ:
ΑΣΗΜΑΚΗΣ ΦΛΙΑΤΟΥΡΑΣ (Λέκτορας Ιστορικής Γλωσσολογίας Τ.Ε.Φ./Δ.Π.Θ.)
Αγαπητοί χρήστες,
Ακολουθεί σύντομο ενημερωτικό μήνυμα για τον ορισμό και τη λειτουργία του λογίου επιπέδου της σύγχρονης Κοινής Νέας Ελληνικής, καθώς και για το περιεχόμενο και τη χρησιμότητα του υπό προετοιμασία Λεξικού του Λογίου Επιπέδου της Νέας Ελληνικής (εφεξής ΛΕΛΟΓΕΝΕ), όπως προκύπτει από την εργασία των Anastassiadis-Symeonidis, Fliatouras & Nikolaou 2018 (http://euralex.org/wp-content/themes/euralex/proceedings/Euralex%202018/118-4-2915-1-10-20180820.pdf).
Λήμμα | Ερμήνευμα |
---|---|
Ανάταση [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0.0034 ‰] | δι’ ανατάσεως της χειρός (έκφρ.) |
Ανάταση [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0.0034 ‰] | δι’ ανατάσεως της χειρός (έκφρ.) |
Ανάταση [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0.0034 ‰] | δι’ ανατάσεως της χειρός (έκφρ.) |
Άνδρας | ενός ανδρός αρχή δις εξαμαρτείν ταυτόν ου σοφού ανδρός το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού |
Άνδρας | ενός ανδρός αρχή δις εξαμαρτείν ταυτόν ου σοφού ανδρός το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού |
Άνδρας | ενός ανδρός αρχή δις εξαμαρτείν ταυτόν ου σοφού ανδρός το δις εξαμαρτείν ουκ ανδρός σοφού |
Ανέκαθεν [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0.0103 ‰] | γνώριζε ανέκαθεν |
Ανέκαθεν [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0.0103 ‰] | γνώριζε ανέκαθεν |
Ανέκαθεν [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0.0103 ‰] | γνώριζε ανέκαθεν |
Ανέστη [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0 ‰] | Xριστός Ανέστη Αληθώς Ανέστη |
Ανέστη [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0 ‰] | Xριστός Ανέστη Αληθώς Ανέστη |
Ανέστη [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0 ‰] | Xριστός Ανέστη Αληθώς Ανέστη |
Ανέστιος [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0.0004 ‰] | ανέστιος και πένης (έκφρ.) |
Ανέστιος [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0.0004 ‰] | ανέστιος και πένης (έκφρ.) |
Ανέστιος [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0.0004 ‰] | ανέστιος και πένης (έκφρ.) |
Άνευ | άνευ αδείας (εκφρ.) άνευ αποδοχών (εκφρ.) άνευ αποχρώντος λόγου (εκφρ.) άνευ διδασκάλου (εκφρ.) άνευ λόγου (και αιτίας) (εκφρ.) άνευ όρων (εκφρ.) άνευ ουσίας (και αντικειμένου) (εκφρ.) άνευ προηγουμένου (εκφρ.) άνευ φόβου και πάθους (εκφρ.) |
Άνευ | άνευ αδείας (εκφρ.) άνευ αποδοχών (εκφρ.) άνευ αποχρώντος λόγου (εκφρ.) άνευ διδασκάλου (εκφρ.) άνευ λόγου (και αιτίας) (εκφρ.) άνευ όρων (εκφρ.) άνευ ουσίας (και αντικειμένου) (εκφρ.) άνευ προηγουμένου (εκφρ.) άνευ φόβου και πάθους (εκφρ.) |
Άνευ | άνευ αδείας (εκφρ.) άνευ αποδοχών (εκφρ.) άνευ αποχρώντος λόγου (εκφρ.) άνευ διδασκάλου (εκφρ.) άνευ λόγου (και αιτίας) (εκφρ.) άνευ όρων (εκφρ.) άνευ ουσίας (και αντικειμένου) (εκφρ.) άνευ προηγουμένου (εκφρ.) άνευ φόβου και πάθους (εκφρ.) |
Ανήκεστος-η-ο [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0.0003 ‰] | ανήκεστα κακά(δεινά) ανήκεστος βλάβη |
Ανήκεστος-η-ο [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0.0003 ‰] | ανήκεστα κακά(δεινά) ανήκεστος βλάβη |