Μαρία Μητσιάκη
Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης
Η δυσκολία των μαθητών να διαχειριστούν αποτελεσματικά τον προφορικό τους λόγο στην ΞΓ είναι πλέον κοινός τόπος. Δεν είναι τυχαίο ότι σε επίπεδο αξιολόγησης το άγχος των μαθητών και ο φόβος της αποτυχίας αυξάνεται τόσο στην κατανόηση όσο και στην παραγωγή προφορικού λόγου [Vandergrift. 2004], Η δυσκολία αυτή οδηγεί σε επικοινωνιακά ρήγματα, τα οποία οφείλονται συνήθως σε αντιληπτική σύγχυση [Field, 2003] ή στην «ξενική προφορά» [Pennington, 1996],
Παρά την κρίσιμη σημασία τους για την προφορική επικοινωνία, τόσο η αντίληψη όσο και η προφορά έχουν θεωρηθεί κατά καιρούς «πολυτέλεια» στα αναλυτικά προγράμματα της ΞΓ. Ο Nunan [2002] μάλιστα αναδεικνύει τον παραγκωνισμό της ακρόασης1 του λόγου χαρακτηρίζοντάς την ως τη «δεξιότητα-Σταχτοπούτα» στην εκμάθηση της ΞΓ. Στην ελληνική πραγματικότητα ο παραγκωνισμός αυτός είναι περισσότερο αισθητός, ενώ η εστίαση στη φωνολογική κατάκτηση περιορίζεται ακόμη περισσότερο στην περίπτωση των ενήλικων μαθητών της ΞΓ.