τιτινόξυλο το
Glossaries
Term | Definition |
---|---|
τιτινόξυλο το | Τα καπνόφυτα μετά την αφαίρεση των φύλλων από τον κορμό τους τα οποία χρησιμοποιούνταν ως καύσιμο το χειμώνα για προσάναμμα ή στα καζάνια για το ζέσταμα του νερού.
Εμφανίσεις - 84
|