χασλαμάς ο
Glossaries
Term | Definition |
---|---|
χασλαμάς ο | ειδικά διαμορφωμένος χώρος φτιαγμένος από σανίδες και χώμα μέσα στον οποίο σπέρνονται οι σπόροι του καπνού (αλλ. Καπνοσπορείο χασλαμότοπος) Ετυμολογία: < τουρκ. haşlama 'βραστό ζεμάτισμα' + -ς
Εμφανίσεις - 79
|