Αληθής -εία -ές [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0.0152 ‰]
Glossaries
Term | Definition |
---|---|
Αληθής -εία -ές [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0.0152 ‰] | διά του λόγου το αληθές (έκφρ.) γλώσσα λανθάνουσα τα αληθή λέγει (απαρχ. γνωμ.) Αληθώς Aνέστη (ο Kύριος) (εκκλ. έκφρ.) αληθώς ειπείν
Εμφανίσεις - 63
|