• English (United Kingdom)

ΕΡΕΥΝΑ

Το Λεξικό του Λόγιου Επιπέδου της Νέας Ελληνικής

Το Λεξικό του Λόγιου Επιπέδου της Νέας Ελληνικής

ΕΠΙΣΤΗΜΟΝΙΚΟΣ ΥΠΕΥΘΥΝΟΣ:

ΑΣΗΜΑΚΗΣ ΦΛΙΑΤΟΥΡΑΣ (Λέκτορας Ιστορικής Γλωσσολογίας Τ.Ε.Φ./Δ.Π.Θ.)

 

lelogeneΑγαπητοί χρήστες,

Ακολουθεί σύντομο ενημερωτικό μήνυμα για τον ορισμό και τη λειτουργία του λογίου επιπέδου της σύγχρονης Κοινής Νέας Ελληνικής, καθώς και για το περιεχόμενο και τη χρησιμότητα του υπό προετοιμασία Λεξικού του Λογίου Επιπέδου της Νέας Ελληνικής (εφεξής ΛΕΛΟΓΕΝΕ), όπως προκύπτει από την εργασία των Anastassiadis-Symeonidis, Fliatouras & Nikolaou 2018 (http://euralex.org/wp-content/themes/euralex/proceedings/Euralex%202018/118-4-2915-1-10-20180820.pdf).

There are 29 entries in this glossary.
Search for glossary terms (regular expression allowed)

Glossaries

Term Definition
Οβελίας
ο πασχαλινός οβελίας
Εμφανίσεις - 134
Οβολός
δώστε τον οβολό σας
Εμφανίσεις - 134
Οδός

καθ’ οδόν (έκφρ.) εν μέση οδώ επαρχιακή/εθνική/Εγνατία οδός Οδός Σταδίου εμπορική/ναυτιλιακή/αναπνευστική/διπλωματική οδός ευθεία/μέση/σκολιά οδός (έκφρ.) η οδός της απωλείας διά της πλαγίας/της τεθλασμένης οδού (φρ.)  ανά τας ρύμας (/οδούς) και τας αγυιάς

Εμφανίσεις - 141
Οδούς
οφθαλμόν αντί οφθαλμού και οδόντα αντί οδόντος (έκφρ.)
Εμφανίσεις - 152
Οδυρμός
κλαυθμός και οδυρμός
Εμφανίσεις - 137
Οδύρομαι
κλαίω και οδύρομαι (φρ.)
Εμφανίσεις - 116
Οθόνη
μεγάλη/μικρή οθόνη
Εμφανίσεις - 120
Οίδα
τις οίδε ή Kύριος οίδε (έκφρ.) εν οίδα ότι ουδέν οίδα (έκφρ.)
Εμφανίσεις - 130
Οικείος -α -ο
εξ οικείων τα βέλη (φρ.) οικεία γλώσσα/λέξη/έκφραση οικείο λεξιλόγιο/ύφος
Εμφανίσεις - 127
Οικονομία
κατ’ οικονομίαν (έκφρ.) θεία οικονομία (θεολ.)
Εμφανίσεις - 121
Οίκος
κατ’ οίκον (έκφρ.) τα του οίκου του οίκος απωλείας τα εν οίκω μη εν δήμω (φρ.) οίκος ευγηρίας/ανοχής/του Θεού/του ναύτη/μόδας Λευκός Οίκος βασιλικός/ αυτοκρατορικός οίκος εμπορικός/εκδοτικός οίκος
Εμφανίσεις - 137
Οίνος
ξηρός οίνος οίνος ευφραίνει καρδίαν ανθρώπου (έκφρ.)
Εμφανίσεις - 139
Οιονεί
οιονεί νομή
Εμφανίσεις - 133
Ολίγος -η -ο
ουκ ολίγα (έκφρ.) εντός ολίγου προ ολίγου εν ολίγοις ή δι’ ολίγων των φρονίμων ολίγα (γνωμ.) ολίγον τι είναι ολίγον τι βλάκας (έκφρ.)
Εμφανίσεις - 142
Ολισθηρός -ή -ό
ολισθηρό έδαφος/οδόστρωμα
Εμφανίσεις - 120

Publish modules to the "offcanvs" position.