• English (United Kingdom)

ΕΡΕΥΝΑ

Το Λεξικό του Λόγιου Επιπέδου της Νέας Ελληνικής

Απορία [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0.0281 ‰]

Search for glossary terms (regular expression allowed)

Glossaries

Term Definition
Απορία [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0.0281 ‰]

απορία περί του πρακτέου (φρ.) απορία ψάλτου βηξ απορίας άξιο(ν) απορώ και εξίσταμαι

Εμφανίσεις - 70

Publish modules to the "offcanvs" position.