• English (United Kingdom)

ΕΡΕΥΝΑ

Το Λεξικό του Λόγιου Επιπέδου της Νέας Ελληνικής

Εισάγω [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0.1062 ‰]

Search for glossary terms (regular expression allowed)

Glossaries

Term Definition
Εισάγω [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0.1062 ‰]

εισαγόμενα είδη/προϊόντα μας εισήγαγε στα μυστικά της τέχνης του εισάγει καινά δαιμόνια (φρ.) οι τελικές προτάσεις εισάγονται με τους τελικούς συνδέσμους (γραμμ.)

Εμφανίσεις - 99

Publish modules to the "offcanvs" position.