• English (United Kingdom)

ΕΡΕΥΝΑ

Το Λεξικό του Λόγιου Επιπέδου της Νέας Ελληνικής

Εστία [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0.0446 ‰]

Search for glossary terms (regular expression allowed)

Glossaries

Term Definition
Εστία [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 0.0446 ‰]

υπέρ βωμών και εστιών (έκφρ.) οικογενειακή/συζυγική/πατρική εστία Εστία Εργαζόμενου Kοριτσιού Φοιτητική Εστία Εργατική Εστία μία εστία φωτός/ θερμότητας/μόλυνσης/πολέμου (τεχνολ.) η εστία του τζακιού/του λέβητα κουζίνα τεσσάρων εστιών φακός διπλής εστίας οι δύο εστίες του οφθαλμού (μαθημ.) εστία του σεισμού (γεωλ.)

Εμφανίσεις - 107

Publish modules to the "offcanvs" position.