• English (United Kingdom)

ΕΡΕΥΝΑ

Το Λεξικό του Λόγιου Επιπέδου της Νέας Ελληνικής

Ως [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 1.9602‰]

Search for glossary terms (regular expression allowed)

Glossaries

Term Definition
Ως [ΣΧ/ΕΘΕΓ: 1.9602‰]

ως είθισται ως ειπείν ως εκ περισσού ως εκ τούτου ως εκ των δυνατών ως επί τον πλείστον ως ώφειλε ως μη ώφειλε (ώφελε) ως εικάσαι

Εμφανίσεις - 82

Publish modules to the "offcanvs" position.